-Πανηγυρικό λόγο για την επέτειο θα μπορούσε ο καθείς μας να γράψει και να μιλήσει για ήρωες και παλλαϊκό ξεσηκωμό κλπ, η... αλήθεια είναι όμως ότι << το Πολυτεχνείο>> το δημιούργησε μια χούφτα <<αλητών-φοιτητών>> και άλλων περιθωριακών στοιχείων της πόλης, ξένα και εχθρικά στοιχεία προς την συντριπτική πλειονότητα των <<φρόνιμων νοικοκυραίων>> που τους κοιτούσαν με καχυποψία και εχθρότητα.
Αυτή ήταν η άποψη όχι μόνο των εκπροσώπων της χούντας αλλά και πολιτικών φορέων της εποχής που προσέθεταν μάλιστα και τον χαρακτηρισμό προβοκατόρων και πρακτόρων καί η άποψη αυτή επικρατούσε ανάμεσα στον πληθυσμό και για κάποιο διάστημα και μετά την μεταπολίτευση
.Και όσοι
παρεσύρθησαν από τον δυναμισμό και την λαθεμένη εκτίμηση ότι άλλαξε η
κατάσταση,και ότι ήρθε η ώρα να σπεύσουν να αλλάξουν και αυτοί, ανένηψαν
με την επικράτηση της νέας χούντας του Ιωαννίδη.Με την επικράτηση της
μεταπολίτευσης η <<Εθνική Επανάστασις>> έγινε <<χούντα>>
και οι <<αλήτες φοιτητές>> έγιναν <<Ήρωες του
Πολυτεχνείου>>.Ο καιροσκοπισμός στο μεγαλείο του,αυτή δυστυχώς είναι η
πραγματικότητα!
Τα γράφω αυτά, όχι για να μουντζουρώσω τον αγώνα αλλά να επισημάνω ότι ο δρόμος του αγώνα τις περισσότερες φορές είναι μοναχικός και δεν δίδεται υπό τις επευφημίες του πλήθους αλλά κάτω από παγερή αδιαφορία ή και από ιαχές <<σταύρωσον,σταύρωσον αυτόν>>.Ο δε μύθος που θα δημιουργηθεί μεταγενέστερα,εάν και όταν ο αγώνας δικαιωθεί, θα προβάλλει ως ήρωες-πρωταγωνιστές όσους εξ αυτών έχουν καλύτερες επιδόσεις στις δημόσιες σχέσεις...
Δυστυχώς οι λαοί,και ο λαός μας κατ΄εξοχήν, έχουν μάθει να λατρεύουν τον ισχυρό και να μισούν τον αδύνατον.!
Δυστυχώς και η ανάγκη για αγώνες δεν εξέλιπε και οι ευκαιρείες για μια έμπρακτη διάψευση των ανωτέρω, με συμμετοχή σε αυτούς, είναι παρούσες και σήμερα !, Αυτή η συμμετοχή θα ήταν και η ειλικρινέστερη απόδοση τιμών στους αγωνιστές του Πολυτεχνείου του Νοέμβρη του 1973.!
KON MAR
Yποπτη ανάρτηση. Ποιός ο στόχος της άραγε? Θυμιζει τον Ελύτη όταν κι εκείνος έγραψε αλλά με εντελώς αντίθετη πρόθεση το περίφημο εκείνο :
ΑπάντησηΔιαγραφή«Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ἔκαναν σύναξη μυστικὴ τὰ παιδιὰ καὶ λάβανε τὴν ἀπόφαση, ἐπειδὴ τὰ κακὰ μαντάτα πλήθαιναν στὴν πρωτεύουσα, νὰ βγοῦν ἔξω σὲ δρόμους καὶ σὲ πλατείες, μὲ τὸ μόνο πρᾶγμα ποὺ τους εἶχε ἀπομείνει:
Μιὰ παλάμη τόπο κάτω ἀπό τ’ ἀνοιχτό πουκάμισο, μὲ τὶς μαῦρες τρίχες καὶ τό σταυρουδάκι τοῦ ἥλιου. Ὅπου εἶχε κράτος κι ἐξουσία ἡ Ἄνοιξη.
Καὶ ἐπειδὴ σίμωνε ἡ μέρα ποὺ τὸ Γένος εἶχε συνήθειο νὰ γιορτάζει τὸν ἄλλο Σηκωμό, τὴ μέρα πάλι ἐκείνη ὁρίσανε γιὰ τὴν Ἔξοδο.
Καὶ νωρὶς ἐβγήκανε καταμπροστὰ στὸν ἥλιο, μὲ πάνου ὡς κάτου ἀπλωμένη τὴν ἀφοβιὰ σὰν σημαία, οἱ νέοι μὲ τὰ πρησμένα πόδια ποὺ τους ἔλεγαν ἀλήτες.
Καὶ ἀκολουθούσανε ἄντρες πολλοί, και γυναῖκες, καὶ λαβωμένοι μὲ τὸν ἐπίδεσμο καὶ τὰ δεκανίκια.
Ὅπου ἔβλεπες ἄξαφνα στὴν ὄψη τους τόσες χαρακιές, πού `λεγες εἴχανε περάσει μέρες πολλὲς μέσα σὲ λίγην ὧρα.
Τέτοιας λογῆς ἀποκοτιές, ὡστόσο, μαθαίνοντες οἱ Ἄλλοι, σφόδρα ταράχθηκαν.
Καὶ φορὲς τρεῖς μὲ τὸ μάτι ἀναμετρῶντας τὸ ἔχει τους, λάβανε τὴν ἀπόφαση νὰ βγοῦν ἔξω σὲ δρόμους καὶ σὲ πλατείες, μὲ τὸ μόνο πρᾶγμα ποὺ τους εἶχε ἀπομείνει: μία πήχη φωτιὰ κάτω ἀπ’ τὰ σίδερα, μὲ τὶς μαῦρες κάννες καὶ τὰ δόντια τοῦ ἥλιου.
Ὅπου μήτε κλῶνος μήτε ἀνθός, δάκρυο ποτὲ δὲν ἔβγαλαν. Καὶ χτυπούσανε ὅπου νά `ναι, σφαλῶντας τὰ βλέφαρα μὲ ἀπόγνωση. Καί ἡ Ἄνοιξη ὁλοένα τους κυρίευε.
Σὰν νὰ μὴν ἤτανε ἄλλος δρόμος πάνω σ’ ὁλάκερη τὴ γῆ γιὰ νὰ περάσει ἡ Ἄνοιξη παρὰ μονάχα αὐτός, καὶ νά τον εἶχαν πάρει ἀμίλητοι, κοιτάζοντας πολὺ μακριά, πέρ’ ἀπ’ τὴν ἄκρη τῆς ἀπελπισίας, τὴ Γαλήνη ποὺ ἔμελλαν νὰ γίνουν, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες, καί οἱ ἄντρες, καὶ οἱ γυναῖκες, καὶ οἱ λαβωμένοι μὲ τὸν ἐπίδεσμο καὶ τὰ δεκανίκια.
Καὶ περάσανε μέρες πολλὲς μέσα σὲ λίγην ὧρα. Καὶ θερίσανε πλῆθος τὰ θηρία, καὶ ἄλλους ἐμάζωξαν. Καὶ τὴν ἄλλη μέρα ἐστήσανε στὸν τοῖχο τριάντα.»
Οδυσσέας Ελύτης, Άξιον εστί. Νοέμβρης 1973: Οι νέοι που τους έλεγαν αλήτες, σήκωσαν στα χέρια τους την Ελλάδα